Wednesday, February 14, 2007

* 53 *

Κλείσε την τηλεόραση. Ρίξε λίγο νερό στο πρόσωπο σου. Πλύνε τα δόντια. Σβήσε το φως στο σαλόνι. Πάρε τα κλειδιά του αυτοκινήτου. Και φύγε.

Βάλε μουσική στο αμάξι. Για λίγο, κάνε πως ξεχνάς. Προσποιήσου οτί εδώ είναι η αρχή. Αυτός ο δρόμος σε γέννησε. Τα αδέλφια σου είναι όλοι, οι εχθροί σου, οι πάντες. Σπίτι σου η γη, μοναξιά σου ο ουρανός, κάθε βράδυ. Αυτή είναι η ζωή σου, ανοιχτή και πρόστυχη. Η μόνη αλήθεια το τιμόνι που κρατάς.

Οδήγα. Ίσως κάνεις τον κύκλο, και σπίτι σου γυρίσεις. Θα βάλεις το αμάξι στο γκαράζ, χαϊδέψεις αμήχανα τα μαλλιά σου, και πας για ύπνο.

Ίσως όμως και δεν γυρίσεις. Ίσως βουλιάξεις σε νέες αγκαλιές, με φρέσκα πανιά και ευφάνταστα μυστικά. Μα δεν θέλω ποτέ μου να μάθω πού θα πας. Αρκεί να θυμάσαι, να έχεις πάντα κοντά σου τα κλειδιά.

Thursday, February 08, 2007

* 49 *

«Γέμισε ο πλανήτης με ανθρωπάκια που είναι το κέντρο του κόσμου.»

Είναι βράδυ, περιφέρεσαι στα δρομάκια. Ο κόσμος κοιμάται. Ανάβεις τσιγάρο, παίρνεις μια τζούρα και η καύτρα φωτίζει από μακριά. Απλά περπατάς. Σκέφτεσαι να ξυπνήσεις αύριο το πρωί στις 9 να πας στη δουλειά. Μετά ίσως την πας έξω για φαγητό, ‘κάπου καλά’. Γυρίσετε σπίτι, κάνετε σεξ. Θα πας να της τον βάλεις από πίσω, θα σου πει και πάλι όχι. Γαμώτο. Μα και να ακούει μόνο λαϊκά? Εσύ μεγάλωσες με Rolling Stones, αυτή κουνώντας τον κώλο της και χτυπώντας παλαμάκια. Ας ήμουν ο Ρέμος και σου έλεγα εγώ.

Το τσιγάρο έχει τελειώσει, έκανες και το μισό φίλτρο. Το πετάς στον τοίχο, πέφτει στο πεζοδρόμιο, ακόμα βγάζει καπνό. Κοιτάζεις δεξια-αριστερά . Ο δρόμος άδειος. Ο κόσμος κοιμάται. Βάζεις το δεξί χέρι στην εσωτερική τσέπη του μπουφάν. Βγάζεις το σπρέϋ. Δεν είναι ζωή αυτή, κάπου πρέπει να τα πεις. Φεύγεις βιαστικά.

Ξημερώνει. Μια γριούλα πάει με το καροτσάκι της στην λαϊκή. Θα κάνει μπάμιες σήμερα. Ο ήλιος έχει βγει, όλοι στις δουλειές τους. Όπως πρέπει.

Περπατάει στο πεζοδρόμιο, το καροτσάκι τρίζει στις λακούβες.
Κοιτάζει τον τοίχο που γράφει

ΓΑΥΡΟΙ ΜΟΥΝΙΑ

 
eXTReMe Tracker